Τα τελευταία χρόνια, υφίσταται έντονο επιστημονικό ενδιαφέρον για τον συσχετισμό μεταξύ της περιβαλλοντικής (αλλά και λόγω επαγγέλματος) έκθεσης σε τοξίνες και ρύπους και τις επιπτώσεις τους στην αναπαραγωγική ικανότητα των ζευγαριών.
Περιβαλλοντική Μόλυνση
Η ρύπανση του περιβάλλοντος αφορά στην παρουσία επιβλαβών στοιχείων (χημικών, φυσικών ή βιολογικών) στο περιβάλλον, τα οποία προκαλούν βλάβες στα έμβια όντα. Ένα ποσοστό περιπτώσεων υπογονιμότητας με αδιευκρίνιστα αίτια θα μπορούσε να αποδοθεί ή να σχετίζεται με διαφορετικές περιβαλλοντικές ή επαγγελματικές εκθέσεις σε ρύπους, όπου το άτομο μπορεί να υποστεί υψηλό οξειδωτικό σοκ, γενετική και επιγενετική βλάβη στα αναπαραγωγικά του κύτταρα.
Ο βαθμός της αρνητικής επίδρασης των χημικών ουσιών στη γονιμότητα του ζευγαριού εξαρτάται από παράγοντες όπως το είδος των ουσιών, τη διάρκεια της έκθεσης, τη συγκέντρωση του μολυσματικού φορτίου κ.λπ.
Τύποι τοξινών
Οι τύποι των τοξικών παραγόντων που θα μπορούσαν να έχουν επίδραση στη γονιμότητα του ανθρώπου είναι οι ακόλουθοι:
- Αρωματικοί υδρογονάνθρακες (βενζόλια, τολουόλια)
- Αλογονωμένοι υδρογονάνθρακες (φθαλικά άλατα, προπάνια, φαινύλιο)
- Οργανοχλωρικές ενώσεις (φυτοφάρμακα)
- Μερικά βαρέα μέταλλα όπως ο μόλυβδος και το κάδμιο
Ουσίες που επηρεάζουν τη φυσιολογική ορμονική λειτουργία
Οι ουσίες αυτές (που συμπεριφέρονται συνήθως σαν “ψεύτικα οιστρογόνα ή copycats”) είναι εξωγενείς προς τον ανθρώπινο οργανισμό χημικές, φυσικές ή συνθετικές ουσίες, οι οποίες παρεμβαίνουν στην αναπαραγωγή, μεταφορά και δράση των φυσικών ορμονών του σώματός μας, όπως τα οιστρογόνα και τα ανδρογόνα.
Στη λίστα αυτών των ουσιών ξεχωρίζουν τα φυτοφάρμακα οργανοχλωριδίου, όπως οι φθαλικές ενώσεις, η διφαινόλη Α, κ.λπ. Οι συγκεκριμένοι διαταράκτες διαφέρουν από τις υπόλοιπες περιβαλλοντικές τοξίνες στο γεγονός πως η βλάβη από αυτές μπορεί να προκληθεί ανάλογα με το ηλικιακό στάδιο στο οποίο δρουν (έμβρυο, παιδί, ενήλικας) αλλά και ανάλογα με το μέγεθος της δόσης στο οποίο πραγματοποιείται η έκθεση.
Διάφορες μελέτες αποδεικνύουν ότι όλοι οι άνθρωποι αποτελούν φορείς των συγκεκριμένων ουσιών (άλλοι σε μεγαλύτερο και άλλοι μικρότερο βαθμό) ενώ πολλές από αυτές αποθηκεύονται στο σωματικό λίπος. Συμπληρωματικά, η έκθεση σε αυτές τις χημικές ουσίες κατά τη διάρκεια της ενήλικης ζωής, ή ακόμη και πριν από τη γέννηση, θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά την αναπαραγωγική υγεία των μελλοντικών γενεών. Σύμφωνα με το στάδιο ανάπτυξης κατά την επαφή, οι επιπτώσεις σχετίζονται με:
- Μεταβολές στο σχηματισμό και το κλείσιμο της ουρήθρας (υποσπαδία).
- Τροποποίηση στη θέση των όρχεων (κρυπτορχιδισμός).
- Μεταβολές στη σπερματογένεση.
- Καρκίνο των όρχεων στην ενηλικίωση.
- Διαταραχές της λειτουργίας των ωοθηκών και καλοήθεις ανωμαλίες της μήτρας και του μαστού.
- Ενδομητρίωση.
Ο ενδελεχής έλεγχος του ιατρικού ιστορικού των υπογόνιμων ζευγαριών σε σχέση και με τις περιβαλλοντικές τοξικές ουσίες (στις οποίες εκτίθεται καθημερινά πλέον ο ανθρώπινος οργανισμός), μπορεί να οδηγήσει στην αποτελεσματική πρόληψη, διάγνωση και θεραπεία του προβλήματος της γονιμότητάς τους.