ΚΛΕΙΣΤΕ ΡΑΝΤΕΒΟΥ

Μικρογονιμοποίηση ICSI

Μικρογονιμοποίηση ή Ενδοκυτταροπλασματική Έγχυση Σπερματοζωαρίου (ICSI - Ιntracytoplasmic Sperm Injection) ονομάζεται η τεχνική της έγχυσης ενός σπερματοζωαρίου μέσα στο κυτταρόπλασμα του ωαρίου.

Αποτέλεσε τη μεγαλύτερη ανακάλυψη στην ιστορία της υποβοηθούμενης  αναπαραγωγής δίνοντας λύση στα περισσότερα προβλήματα της ανδρικής υπογονιμότητας.

Πότε εφαρμόζεται η μικρογονιμοποίηση
Εφαρμόζεται σε περιπτώσεις που οι απλούστερες μέθοδοι υποβοηθούμενης αναπαραγωγής (ενδομήτρια σπερματέγχυση IUI και συμβατική μέθοδος γονιμοποίησης IVF) δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ή έχουν αποτύχει. Η μικρογονιμοποίηση κρίνεται απαραίτητη όταν η τιμή μιας ή και περισσοτέρων παραμέτρων του σπέρματος (συγκέντρωση, κινητικότητα, μορφολογία) είναι πολύ χαμηλότερα απο τα φυσιολογικά επίπεδα (ολιγοσπερμία, ασθενοσπερμία, αζωοσπερμία). Σε περιπτώσεις αζωοσπερμίας γίνεται βιοψία του όρχι με τη μέθοδο FNA (αναρρόφηση με λεπτή βελόνα) ή TESE (ανοικτή βιοψία), υπό τοπική αναλγησία και ελαφρά αναισθησία (μέθη). Στο βιολογικό υλικό που συλλέγεται αναζητείται η ύπαρξη ώριμων σπερματοζωαρίων για  να χρησιμοποιηθούν στη γονιμοποίηση των ωαρίων.

Το εργαστήριο μας ήταν από τα πρώτα κέντρα στον κόσμο που χρησιμοποίησαν άωρες μορφές σπερματοζωαρίων (σπερματίδες) και πέτυχε τη γέννηση του 4ου παιδιού στον κόσμο από σπερματίδα.

Η μικρογονιμοποίηση θεωρείται σχεδόν παγκοσμίως μία πολύ χαμηλού ρίσκου διαδικασία και διάφορες μελέτες καθώς και η εμπειρία μας έχουν δείξει ότι πρόκειται για μία ασφαλή και αποτελεσματική τεχνική.

Καλλιέργεια εμβρύων
Η καλλιέργεια των γονιμοποιημένων ωαρίων γίνεται σε ειδικά θρεπτικά υλικά και τα έμβρυα που προκύπτουν παραμένουν σε ειδικούς κλιβάνους, όπου διατηρούνται υπό άριστες συνθήκες, μέχρι την ημέρα της τοποθέτησής τους στη μήτρα της γυναίκας.

Ο αριθμός των ζυγωτών (γονιμοποιημένων ωαρίων) ελέγχεται 16-20 ώρες μετά τη γονιμοποίηση. Γονιμοποιημένα θεωρούνται τα ωάρια που περιέχουν 2 προπυρήνες (το ένα με το DNA της μητέρας και το άλλο με το DNA του πατέρα). Στη συνέχεια οι ζυγώτες καλλιεργούνται στο εργαστήριο μέχρι την ημέρα της εμβρυομεταφοράς η οποία καθορίζεται με βάση τον αριθμό και τη μορφολογία των εμβρύων που έχουμε στη διάθεσή μας. Συνήθως, επιλέγεται η καλλιέργεια των εμβρύων μέχρι την 5η ημέρα της εξέλιξής τους και η εμβρυομεταφορά στο στάδιο της βλαστοκύστης που συνιστά και την πλέον ώριμη και ολοκληρωμένη μορφή του εμβρύου πριν την εμφύτευσή του. Με τον τρόπο αυτό δίνεται ό απαραίτητος χρόνος ώστε το εξελισσόμενο έμβρυο να φανερώσει με πληρέστερο τρόπο το αναπτυξιακό του δυναμικό, καθώς θα έχει κινητοποιήσει το σύνολο του γενετικού του υλικού (πατρικής και μητρικής προέλευσης) αλλά και των μεταβολικών μηχανισμών του. Σπανιότερα και εξατομικευμένα επιλέγεται τα έμβρυα να μεταφέρονται στη γυναίκα την 3η ημέρα της εξέλιξής τους, όταν βρίσκονται στο στάδιο των 6-8 κυττάρων.

Ενδομήτρια μεταφορά εμβρύων (Embryo Transfer)
Τρεις έως πέντε ημέρες από την λήψη των ωαρίων και τη γονιμοποίησή τους, γίνεται η εμβρυομεταφορά. Πρόκειται για τη διαδικασία τοποθέτησης των εμβρύων στην ενδομήτρια κοιλότητα της γυναίκας. Η ημέρα της εμβρυομεταφοράς καθορίζεται με βάση τον αριθμό και τη μορφολογία των εμβρύων που έχουμε στη διάθεσή μας.

Κατά την εμβρυομεταφορά, οι εμβρυολόγοι αξιολογούν και επιλέγουν τα έμβρυα που θα μεταφερθούν. Ο αριθμός των μεταφερομένων εμβρύων εξαρτάται από την ηλικία της γυναίκας, την ποιότητα των εμβρύων και το στάδιο της ανάπτυξής τους. Η νομοθεσία στην Ελλάδα επιτρέπει τη μεταφορά έως δύο καλής ποιότητας εμβρύων (βλαστοκύστεις) σε γυναίκες μέχρι 40 ετών και περισσότερων εμβρύων ανάλογα με την κρίση του θεράποντος ιατρού, σε γυναίκες άνω των 40 ετών. Τα υπεράριθμα έμβρυα, εφόσον βρίσκονται στο αναπτυξιακό στάδιο της βλαστοκύστης, μπορούν να κρυοσυντηρηθούν με τη μέθοδο της υαλοποίησης (vitrification), με σκοπό να χρησιμοποιηθούν από το ζευγάρι σε επόμενο κύκλο.

Αφού ολοκληρωθεί η διαδικασία αξιολόγησης και επιλογής των εμβρύων από τους εμβρυολόγους, τα έμβρυα αναρροφώνται σε ειδικό καθετήρα και δίδονται στο γυναικολόγο.

Η εμβρυομεταφορά γίνεται  υπό άμεσο υπερηχογραφικό έλεγχο, ώστε να εξασφαλίζεται η σωστή θέση του καθετήρα  μέσα στην ενδομήτρια κοιλότητα. Ο καθετήρας εισάγεται ανώδυνα δια μέσου του τραχήλου στην ενδομήτρια κοιλότητα όπου εγχέονται τα έμβρυα. Η διαδικασία αυτή είναι παρόμοια με την ενδομήτρια σπερματέγχυση .

Η χρήση των υπερήχων στην εμβρυομεταφορά βελτιώνει τα αποτελέσματα της εξωσωματικής γονιμοποίησης και το κέντρο μας ήταν από τα πρώτα παγκοσμίως  που απέδειξαν τη σπουδαιότητα  της μεθόδου αυτής. Η τεχνική αυτή περιγράφηκε αναλυτικά σε δημοσίευσή μας στο ιατρικό περιοδικό Acta Europea Fertilitatis το 1996, και μεταγενέστερα  τα αποτελέσματα του κέντρου μας δημοσιεύτηκαν στο ιατρικό περιοδικό Human Reproduction. Σήμερα, η πλειοψηφία των κέντρων εξωσωματικής γονιμοποίησης παγκοσμίως ακολουθούν την τεχνική αυτή κατά την εμβρυομεταφορά.

Κρυοσυντήρηση και απόψυξη εμβρύων
Μετά την εμβρυομεταφορά, τα υπεράριθμα έμβρυα του ζεύγους, καλλιεργούνται μέχρι την 5η ημέρα της εξέλιξής τους και όσα από αυτά φθάσουν στο στάδιο της βλαστοκύστης καταψύχονται με τη μέθοδο της υαλοποίησης (vitrification) με σκοπό να χρησιμοποιηθούν από το ζευγάρι σε  επόμενο κύκλο. Η μέθοδος αυτή συνίσταται στην ταχεία εμβάπτιση των εμβρύων σε υγρό άζωτο με τη χρήση κρυοπροστατευτικών ουσιών που αποτρέπουν τη δημιουργία ενδοκυττάριων νησίδων πάγου που θα μπορούσαν να αποβούν καταστρεπτικά για το έμβρυο. Συνήθως, το 40-50% των εμβρύων καταφέρνει να φθάσει στο στάδιο της βλαστοκύστης.

Κατά την απόψυξη, το ποσοστό των εμβρύων καλής ποιότητας που επιβιώνουν ανέρχεται στο 95%, ενώ το ποσοστό επίτευξης εγκυμοσύνης, μεταφέροντας κρυοσυντηρημένα έμβρυα είναι περίπου 50%. Σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία, τα κατεψυγμένα έμβρυα μπορούν να διατηρηθούν για χρονικό διάστημα 5 ετών.

Ποσοστά επίτευξης κύησης στην εξωσωματική γονιμοποίηση
Ο αναφερόμενος μέσος όρος επίτευξης εγκυμοσύνης ανά λήψη ωαρίων εξαρτάται από την ηλικία της γυναίκας και τον συνολικό αριθμό των ωαρίων που λαμβάνονται. Στα διακεκριμένα κέντρα σε Ευρώπη και Αμερική το ποσοστό κύησης είναι περίπου 50-55% σε γυναίκες ηλικίας μέχρι 28 ετών και περιορίζεται στο 20% περίπου σε γυναίκες 40 ετών.

Επιπλοκές της ορμονικής διέγερσης και της εξωσωματικής γονιμοποίησης

  • Σύνδρομο υπερδιέγερσης των ωοθηκών
  • Αλλεργικές αντιδράσεις κατά το στάδιο της ωοληψίας και της μέθης
  • Σπάνια τραυματισμός μήτρας, εντέρου, ουροδόχου κύστης και αγγείου
  • Δίδυμη κύηση λόγω μεταφοράς περισσότερων του ενός εμβρύων

Η σοβαρότερη επιπλοκή είναι η εμφάνιση του συνδρόμου υπερδιέγερσης των ωοθηκών λόγω της ορμονικής διέγερσης και της έντονης ανταπόκρισης των ωοθηκών στην χορηγούμενη θεραπεία. Το σύνδρομο αυτό συνήθως εμφανίζεται σε περιπτώσεις που το σύνολο των ωοθυλακίων στη φάση της διέγερσης είναι περισσότερα από 20  και τα επίπεδα της οιστραδιόλης  πολύ υψηλότερα των φυσιολογικών. Η γυναίκα εμφανίζει διόγκωση των ωοθηκών, ασκίτη, διόγκωση της κοιλίας, αίσθημα πίεσης και ναυτία, που σε σπάνιες περιπτώσεις (βαριά μορφή) μπορεί να οδηγήσει σε νοσηλεία στο νοσοκομείο σε ποσοστό μικρότερο του 1%.

Η πρόληψη του συνδρόμου αυτού, θα μπορούσε να επιτευχθεί με τους παρακάτω τρόπους:

  • Χορήγηση μικρότερων δόσεων ορμονών κατά τη φάση της διέγερσης των ωοθηκών σε περιπτώσεις υψηλού κινδύνου, όπως οι πολυκυστικές ωοθήκες.
  • Αναβολή της εμβρυομεταφοράς και κρυοσυντήρηση των εμβρύων (freeze all) που προκύπτουν ώστε να χρησιμοποιηθούν σε επόμενο κύκλο
  • Χρήση του βραχέoς πρωτοκόλλου ορμονικής διέγερσης με ανταγωνιστή