Το τεστ εγκυμοσύνης είναι μια εξέταση που ανιχνεύει τα επίπεδα της β-χοριακής γοναδοτροπίνης (β-hCG), μιας ορμόνης που εκκρίνεται από τα κύτταρα του πλακούντα μετά την εμφύτευση του εμβρύου στη μήτρα. Η ανίχνευση της β-hCG είναι ο πρώτος αξιόπιστος δείκτης εγκυμοσύνης, και πραγματοποιείται είτε μέσω ανάλυσης ούρων είτε μέσω εξέτασης αίματος.
Τύποι τεστ εγκυμοσύνης
- Τεστ εγκυμοσύνης ούρων: Τα τεστ ούρων είναι διαθέσιμα στα φαρμακεία και επιτρέπουν την ανίχνευση της εγκυμοσύνης. Μετρούν τα επίπεδα της β-hCG στα ούρα και ενεργοποιούν τα αντισώματα του τεστ όταν ανιχνευτεί η ορμόνη. Συνήθως, τα τεστ ούρων ανιχνεύουν επίπεδα β-hCG μεταξύ 25 και 50 mUI/ml και έχουν αξιοπιστία της τάξης του 95-97%.
Για ακριβέστερο αποτέλεσμα, προτείνεται η χρήση του τεστ με τα πρώτα πρωινά ούρα, όπου η συγκέντρωση της ορμόνης είναι υψηλότερη. Η διαδικασία περιλαμβάνει την τοποθέτηση της ταινίας του τεστ κάτω από τη ροή των ούρων για περίπου 5 δευτερόλεπτα και αναμονή 5-10 λεπτών για την εμφάνιση του αποτελέσματος.
- Τεστ εγκυμοσύνης αίματος: Υπάρχουν δύο τύποι εξετάσεων αίματος: η ποιοτική και η ποσοτική. Η ποιοτική εξέταση παρέχει ένα απλό θετικό ή αρνητικό αποτέλεσμα, όπως και το τεστ ούρων. Η ποσοτική εξέταση μετρά τη συγκέντρωση της β-hCG στο αίμα με μεγαλύτερη ακρίβεια, επιτρέποντας την παρακολούθηση της εξέλιξης της εγκυμοσύνης.
Επίπεδα β-hCG κάτω από 10 mUI/ml θεωρούνται ασαφή και συνιστάται επανάληψη του τεστ για να διαπιστωθεί αν η τιμή διπλασιάζεται κάθε 48 ώρες, όπως συμβαίνει συνήθως σε μια φυσιολογική εγκυμοσύνη.
Διαφορές μεταξύ τεστ ούρων και αίματος
Η ευαισθησία των τεστ ούρων και αίματος διαφέρει. Τα τεστ ούρων μπορεί να ανιχνεύσουν επίπεδα β-hCG άνω των 25 ή 50 mUI/ml, ενώ τα τεστ αίματος μπορούν να ανιχνεύσουν μικρότερες συγκεντρώσεις της ορμόνης. Συνεπώς, είναι πιθανό ένα τεστ ούρων να εμφανίσει αρνητικό αποτέλεσμα όταν τα επίπεδα β-hCG είναι ακόμη χαμηλά, ενώ το τεστ αίματος να είναι θετικό.
Πότε πρέπει να γίνει το τεστ εγκυμοσύνης μετά από εξωσωματική γονιμοποίηση;
Μετά από εξωσωματική γονιμοποίηση (IVF), η διενέργεια του τεστ εγκυμοσύνης υπολογίζεται αφαιρώντας τις ημέρες καλλιέργειας του εμβρύου από τις κλασικές 14 ημέρες αναμονής. Για παράδειγμα, αν τα έμβρυα μεταφέρθηκαν την 3η ημέρα της ανάπτυξής τους, το τεστ μπορεί να γίνει 11 ημέρες μετά την εμβρυομεταφορά (11 ημέρες αναμονής + 3 ημέρες καλλιέργειας = 14 ημέρες από την ωοληψία). Η περίοδος αυτή είναι γνωστή ως “περίοδος αναμονής της β-hCG”.
Αξιοπιστία πρώιμου τεστ εγκυμοσύνης
Κατά τις πρώτες ημέρες μετά την εμφύτευση, τα επίπεδα της β-hCG μπορεί να είναι πολύ χαμηλά για να ανιχνευθούν από ένα τεστ. Ως εκ τούτου, ένα πρώιμο τεστ μπορεί να δώσει ψευδώς αρνητικό αποτέλεσμα. Για πιο αξιόπιστα αποτελέσματα, συνιστάται η αναμονή 15 ημερών μετά την εξωσωματική γονιμοποίηση ή τη σεξουαλική επαφή.
Πιθανότητες ψευδώς θετικού αποτελέσματος
Παρόλο που η β-hCG συνδέεται άμεσα με την εγκυμοσύνη, υπάρχουν ορισμένες καταστάσεις που μπορεί να προκαλέσουν αυξημένα επίπεδα της ορμόνης χωρίς να υπάρχει βιώσιμη εγκυμοσύνη. Αυτές περιλαμβάνουν:
- Λήψη φαρμάκων που περιέχουν hCG (π.χ., σε θεραπείες γονιμότητας)
- Όγκοi ωοθηκών
- Εξωμήτρια εγκυμοσύνη
- Κενή κύηση, όπου το έμβρυο δεν αναπτύσσεται μέσα στον σάκο κύησης
- Βιοχημική εγκυμοσύνη, όπου το έμβρυο χάνεται λίγες ημέρες μετά την εμφύτευση
Το τεστ εγκυμοσύνης είναι συχνά μια αγχωτική διαδικασία, ειδικά για τα ζευγάρια που προσπαθούν να συλλάβουν μέσω εξωσωματικής γονιμοποίησης. Για αυτό, είναι σημαντικό να ακολουθούνται οι οδηγίες του ειδικού και να αποφεύγονται τα πρόωρα συμπεράσματα.
Για περισσότερες πληροφορίες μη διστάσετε να επικοινωνήστε μαζί μας καλώντας στο 2310325525 ή στέλνοντας μήνυμα στο infogr@iakentro.gr.